Τα Χανιά είναι η σπουδαιότερη πόλη της δυτικής Κρήτης, κτισμένη στον ανατολικό μυχό του κόλπου Κυδωνίας, στην τοποθεσία της Αρχαίας Κυδωνίας. Η πόλη υπήρχε μέχρι το τέλος της Πρωτοβυζαντινής περιόδου, όταν και καταστράφηκε από τους Σαρακηνούς (828μΧ). Μετά την εκδίωξη των Αράβων, ο οικισμός ξανακτίστηκε, αλλά παρέμεινε μια μικρή και ασήμαντη πόλη. Λόγω όμως της οχυρής θέσης της και εξαιτίας των γεγονότων με τους Σαρακηνούς, οι Βυζαντινοί έκτισαν ένα φρούριο στον λόφο που ονόμασαν Καστέλλι.

Οι Ενετοί, των οποίων τα συμφέροντα εξυπηρετούσε άριστα ο οικισμός, ανοικοδόμησαν και εποίκησαν την πόλη το 1252. Κατ’αρχήν εγκαταστάθηκαν στο βυζαντινό Καστέλλι, κτίζοντας την Μητρόπολη ‘Santa Maria”, το παλάτι του ρετούρη (νομάρχη) και τις κατοικίες των αξιωματούχων, ενώ στους πρόποδες του λόφου άρχισαν να σχηματίζονται οι πρώτοι βούργοι, δηλαδή συνοικίες πολιτών με διάφορα επαγγέλματα. Τους βούργους αυτούς κατέστρεψαν το 1266 οι Γενουάτες με αρχηγό τον Obertino Doria.

Έτσι, η ανάγκη να οχυρωθεί η πόλη, πέρα από την οχύρωση του Καστελίου, ήταν ολοφάνερη. Οι φεουδάρχες ζητούσαν από την Κεντρική εξουσία της Βενετίας να κατασκευαστεί ένα περίβολος τειχών που να περιλαμβάνει όλη την υπάρχουσα πόλη. Η οχύρωση τελικά αποφασίστηκε το 1336 και τα έργα άρχισαν αμέσως, για να ολοκληρωθούν μέσα σε 20 χρόνια. Αυτά ήταν τα πρώτα τείχη των La Canea, δηλαδή των Χανίων. Φαίνεται όμως ότι και τα τείχη αυτά δεν πρόσφεραν πλήρη ασφάλεια στην πόλη, επειδή ήταν χαμηλά και γι’αυτό αργότερα τροποποιήθηκαν. Αλλά και αυτές οι παρεμβάσεις ελάχιστα βελτίωσαν την αμυντική ικανότητα των Χανίων έως το 1536, όταν έφτασε στην πόλη ο μηχανικός των Ενετών Michel Sammicheli και εκπόνησε σχέδια για την κατασκευή νέων τειχών γύρω από τα παλιά.

Η κατασκευή των νέων τειχών άρχισε το 1536 και ολοκληρώθηκε σε 32 χρόνια το 1568. 

Τα τείχη, που είχαν σχήμα σχεδόν τετράγωνο, εκτείονταν σε μια περίμετρο 3085μ, ενώ μια τάφρος μήκους 1942μ, βάθους 10μ και πλάτους 50μ, εκτεινόταν παράλληλα με τα τείχη. Επίσης, υπήρχαν 4 προμαχώνες στις γωνιές του τείχους, με έναν επιπρομαχώνα σε κάθε έναν από αυτούς.

Στη βορειοδυτική γωνία υπήρχε ο προμαχώνας San Salvatore ή Venier ή Griti με τον επιπρομαχώνα Revelino San Salvatore

Στη νοτιοδυτική γωνία υπήρχε ο προμαχώνας Schiavo ή San Dimitrio με τον επιπρομαχώνα Lando

Στη νοτιοανατολική γωνία υπήρχε ο προμαχώνας Santa Lucia με τον επιπρομαχώνα Santa Lucia

Στη βορειοανατολική γωνία υπήρχε ο προμαχώνας Sabionera ή Monecigo με τον επιπρομαχώνα Revelino Michel

Οι προμαχώνες συνδέονταν μεταξύ τους με ισχυρά μεσοπύργια. Το μεσοπύργιο της νότιας πλευράς, επειδή ήταν μακρύ, χωρίστηκε με μια πλατηφόρμα σε δύο μέρη, που βρισκόταν εκεί που σήμερα είναι το μέγαρο του Φιλολογικού Συλλόγου « Χρυσόστομος». Η πλατηφόρμα αυτή βρισκόταν ανάμεσα στους επιπρομαχώνες Della Mantona και τον San Giovanni. Από την πλευρά της θάλασσας δεν υπήρχε τείχος, γιατί η πόλη προστατευόταν από τον λιμενοβραχίονα που είχε μήκος 337μ.

Screenshot_2.png

Οι επιχωματώσεις που χρειάσθηκαν έγιναν από τον ρετούρη Leonardo Loredan και κτίστηκε η πύλη Retimiota (του Ρεθύμνου) στη δυτική πλευρά της piattaforma, και ονομάστηκε έτσι γιατί από εδώ Οι επιχωματώσεις που χρειάσθηκαν έγιναν από τον ρετούρη Leonardo Loredan και κτίστηκε η πύλη Retimiota (του Ρεθύμνου) στη δυτική πλευρά της piattaforma, και ονομάστηκε έτσι γιατί από εδώ ξεκινούσε ο δρόμος για το Ρέθυμνο. Μια άλλη πόρτα βρισκόταν στην ανατολική πλευρά του τείχους. Ήταν η πύλη της Άμμου (sabionera), ενώ στη δυτική πλευρά του υπήρχε το Porto San Salvatore. Και οι τρεις πύλες άνοιγαν κατευθείαν προς τα έξω, χωρίς προστασία από τους προμαχώνες, όπως συνέβαινε στο Χάνδακα.

Το Κάστρο των Χανίων, 15 χρόνια πριν από την άλωση του από τους Τούρκους, το 1630, είχε 319 κανόνια, 30.695 μπάλες και 413.274 λίμπρες μπαρούτι. Παρά την ισχυρή αυτή οχύρωση, ο στρατηγός Del Monte το 1591 έκρινε ότι η πόλη ήταν ανίσχυρη και πρότεινε την εγκατάλειψη της και τη μεταφορά της στη θέση της αρχαίας Άπτερας, στον λόφο του Παλαιόκαστρου. Σύμφωνα με τον Del Monte οι αδυναμίες της οχύρωσης της πόλης ήταν οι πολύ οξείες γωνίες του τείχους που άφηναν ακάλυπτες πλευρές, οι στενές επιχωματώσεις και οι μικροί επιπρομαχώνες. Η πρόταση αυτή δεν έγινε ποτέ αποδεκτή.

Οι Τούρκοι κατέλαβαν τα Χανιά στις 22 Αυγούστου 1645, ανοίγοντας ρήγμα στο τείχος, στο προμαχώνα Schiavo. Αμέσως αναστήλωσαν τα κατεστραμμένα τείχη και αργότερα τα ανακαίνισαν, τα εκσυγχρόνισαν και τα εφοδίασαν με όσες εγκαταστάσεις χρειάζονταν. Μετονόμασαν την πόρτα της αμμουδιάς σε Κουμ Καπί και τη Retimiota σε Καλέ Καπισί (Πόρτα Φρουρίου). Από τη μέσα μεριά της Retimiota έκτισαν το τζαμί Χουσεΐν Πασά, από τον μιναρέ του οποίου δινόταν η διαταγή για το κλείσιμο της πόρτας. Από αυτή την πόρτα έφυγε και ο τελευταίος Τούρκος στρατιώτης των Χανίων στις 3 Νοεμβρίου του 1898. Μπροστά στην πόρτα Καλέ Καπισί ήταν μια πλατεία, αυτή που σήμερα λέγεται Κοτζάμπαση, σε μια μουρνιά της οποίας οι Τούρκοι κρεμούσαν τους Χριστιανούς, ανάμεσά τους και τον επίσκοπο Κισάμου Μελχισεδέκ το 1821.

Τα τείχη του κάστρου των Χανίων ήταν σε καλή κατάσταση μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα, όταν άρχισαν να γκρεμίζονται για να πάρουν την θέση τους σπίτια και πολυκατοικίες. Σήμερα δεν υπάρχει σχεδόν τίποτα από τη νότια πλευρά τους, ενώ κάποιος μπορεί να δει μερικά τμήματα τους στη δυτική πλευρά τους (προμαχώνας Shiavo, επιπρομαχώνας Lando, προμαχώνας ‘San Salvatore’ ή Φιρκάς.